Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

ΑΠΟΚΡΥΦΟ

Ο αέρας είναι ένας μύλος από αγκίστρια—
Ερωτήσεις χωρίς απάντηση,
Λαμπερές και μεθυσμένες σα μύγες
Που του φιλιού τους το κεντρί είναι αβάσταχτο
Μέσα στις δυσώδεις μήτρες του μαύρου αγέρα κάτω απ` τα πεύκα το καλοκαίρι.

Θυμάμαι
Τη νεκρή μυρωδιά του ήλιου στις ξύλινες καμπίνες,
Την ακαμψία των ιστίων, τα μακριά αλατισμένα σάβανα.
Αν έχεις αντικρίσει μια φορά το Θεό, ποια είναι η γιατρειά;
Αν έχεις μια φορά  κατακτηθεί

Χωρίς να μείνει ούτ` ένα κομμάτι,
Ούτε καν ένα δάχτυλο, και αναλωθεί,
Αναλωθεί απόλυτα, στην πυρκαγιά του ήλιου,
Μέσα στο φως από βιτρώ  αρχαίων καθεδρικών
Ποια είναι η γιατρειά;

Η όστια της μετάληψης;
Το βάδισμα πλάι σε ακύμαντα νερά; Η μνήμη ;
Ή να διακρίνεις τα λαμπρά ίχνη
Του Χριστού στα πρόσωπα των τρωκτικών,
Των δειλών λουλουδοφάγων, εκείνων

Που έχουν τόσο ταπεινές ελπίδες, ώστε αισθάνονται άνετα-
Καμπουριασμένη στο παστρικό σπιτάκι της
Κάτω από τις ακτίνες  της αγράμπελης.
Άραγε δεν υπάρχει μεγάλος έρωτας, μόνο τρυφερότητα;
Θυμάται η θάλασσα

Εκείνον που βάδισε πάνω της ;
Το νόημα διαρρέει από τα μόρια .
Οι καμινάδες της πόλης αναπνέουν, το παράθυρο ιδρώνει,
Τα παιδιά  σκιρτούν στα κρεββάτια τους.
Ο ήλιος ανθίζει, είναι ένα γεράνι.

Η καρδιά δεν έχει σταματήσει.
SYLVIA PLATH
Μετάφραση Κατερίνα Ηλιοπούλου, Ελένη Ηλιοπουλου, Σύλβια Πλαθ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Εκδόσεις Κέδρος 2003

Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ

Είμαι ασημένιος και ακριβής.
Δεν έχω προκαταλείψεις.
Ότι κι αν δω το καταπίνω αυτομάτως,
Ακριβώς όπως είναι,
Αθάμπωτο από αγάπη ή απαρέσκεια.
Δεν είμαι σκληρός μόνο ειλικρινής.
Το μάτι ενός μικρού θεού, τετραγωνισμένο.
Τον περισσότερο καιρό αυτοσυγκεντρώνομαι στον απέναντι στον απέναντι τοίχο.
Είναι ροζ με στίγματα.
Τον έχω κοιτάξει για τόσο πολύ
Που νομίζω πως είναι μέρος της καρδιάς μου.
Αλλά τρεμοσβήνει.
Πρόσωπα και σκοτάδι μας χωρίζουν ξανά και ξανά.

Τώρα είμαι μια λίμνη. Μια γυναίκα σκύβει από πάνω μου,
Ψάχνοντας στις εκτάσεις μου για το ποιά είναι στ`αλήθεια.
Έπειτα γυρνά σ`αυτούς τους ψεύτες,
Τα κεριά ή το φεγγάρι.
Βλέπω την ράχη της και την καθρεφτίζω πιστά.
Με ανταμείβει με δάκρυα
Κι ένα αγωνιώδες σφίξιμο των χεριών.

Είμαι σημαντικός για εκείνη.
Έρχεται και φεύγει.
Κάθε πρωί είναι το πρόσωπό της που αντικαθιστά το σκοτάδι.
Μέσα μου έχει πνίξει ένα νεαρό κορίτσι
Και από μέσα μου
Μια γριά γυναίκα
Αναδύεται προς το μέρος της μέρα με τη μέρα,
Σαν τρομερό ψάρι.
SYLVIA PLATH
Μετάφραση Κατερίνα Ηλιοπούλου, Ελένη Ηλιοπουλου, Σύλβια Πλαθ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Εκδόσεις Κέδρος 2003

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

ΑΝΕΜΟΔΑΡΜΕΝΑ ΥΨΗ

Οι ορίζοντες με περικυκλώνουν σαν δεμάτια,
Γερμένα κι ανόμοια, και πάντα ασταθή.
Αν τ` αγγίξει ένα σπίρτο, ίσως με ζεστάνουν,
Και οι ακριβείς γραμμές τους καψαλίσουν τον αέρα
Ώσπου να βαφτεί πορτοκαλής
Προτού τα βάθη που κεντρίζουν εξατμισθούν,
Επιβαρύνοντας τον χλωμό ουρανό μ` ένα πιο συμπαγές χρώμα..
Μα το μόνο που κάνουν είναι να διαλύονται ολοένα
Σαν σειρά από υποσχέσεις, καθώς βαδίζω προς τα μπρος.

Δεν υπάρχει ζωή ψηλότερα απ` τις κορυφές της χλόης
Ή τις καρδιές των προβάτων, και ο αέρας
Ξεχύνεται σαν πεπρωμένο, λυγίζοντας
Τα πάντα προς μια κατεύθυνση.
Τον νιώθω να προσπαθεί
Να σκορπίσει τη θέρμη μου.
Αν παρατηρήσω για πολύ τις ρίζες απ` τα ρείκια,
Θα με προσκαλέσουν
Να λευκάνω τα κόκκαλά μου ανάμεσά τους.

Τα πρόβατα γνωρίζουν που βρίσκονται,
Βόσκωντας μέσα στα βρώμικα μάλλινα σύννεφά τους,
Γκρίζα σαν τον καιρό.
Οι μαύρες σχισμές των βολβών τους με ρουφούν.
Σα να με ταχυδρομούν στο διάστημα,
Ένα αδύναμο, ανόητο μύνημα.
Στέκονται ένα γύρω μεταμφιεσμένα σε γιαγιάδες,
Όλο ψεύτικες μπούκλες και κίτρινα δόντια

Φτάνω σε αυλακιές και σε νερό
Τόσο διαυγές όσο και η μοναξιά
Που σκορπίζεται μές απ` τα δάχτυλά μου.
Άδεια κατώφλια πηγαίνουν από χλόη σε χλόη~
Κούφωμα και περβάζι ξεμανταλώθηκαν μόνα τους.
Απ` τους ανθρώπους ο αέρας θυμάται μόνο
Μερικές παράξενες συλλαβές.
Τις προβάρει θρηνητικά:
Μαύρη πέτρα, μαύρη πέτρα.

Ο ουρανός στηρίζεται σε μένα, σε μένα τον μόνο
Όρθιο ανάμεσα σ` όλα τα οριζόντια.
Το γρασίδι κοπανάει το κεφάλι του σαστισμένα.
Είναι πολύ ευπαθές
Για μια ζωή με τέτοια συντροφιά~
Το σκοτάδι το τρομοκρατεί.
Τώρα, σε κοιλάδες στενές
Και μαύρες σαν πορτοφόλια, τα φώτα των σπιτιών
Λάμπουν σα δεκάρες.
 SYLVIA PLATH
Μετάφραση Κατερίνα Ηλιοπούλου, Ελένη Ηλιοπουλου, Σύλβια Πλαθ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ


Εκδόσεις Κέδρος 2003

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

ΤΟ ΚΑΨΙΜΟ ΤΗΣ ΜΑΓΙΣΣΑΣ

Στην αγορά στοιβάζουν τα ξερόκλαδα.
Μια λόχμη απο σκιές είναι φτωχό πανωφόρι. Κατοικώ
Το κέρινο ομοίωμα του εαυτού μου, ένα κορμί κούκλας.
Η νόσος ξεκινά εδώ: είμαι ένας χάρτινος στόχος για μάγισσες.
Μόνον ο διάβολος μπορεί να νικήσει το διάβολο.
Στον μήνα των κόκκινων φύλλων, εγώ ανεβαίνω σε μια κλίνη από φωτιά.

Είναι εύκολο να κατηγορήσεις το σκοτάδι: το στόμα μιας πόρτας,
Την κοιλιά του κελαριού. Έσβησαν το πυροτέχνημά  μου.
Μια μαυροντυμένη κυρία με κρατά σ` ένα κλουβί για παπαγάλους.
Τι μεγάλα μάτια που έχουν οι νεκροί !
Έχω στενές σχέσεις  μ` ένα μαλλιαρό πνεύμα.
Καπνός περιστρέφεται από το ράμφος αυτού του άδειου λαγηνιού.

Αν μείνω μικρή, δεν θα προξενήσω καμμιά βλάβη.
Αν μείνω ακίνητη, δεν θ` ανατρέψω τίποτα. Έτσι είπα,
Καθισμένη κάτω απ` το καπάκι, μικροσκοπική και αδρανής σαν κόκκος ρυζιού.
Ανάβουν τα μάτια της κουζίνας, ένα, ένα.
Είμαστε γεμάτοι άμυλο, οι μικροί λευκοί μου σύντροφοι. Μεγαλώνουμε.
Πονάει στην αρχή. Οι κόκκινες γλώσσες θα διδάξουν την αλήθεια.

Μητέρα των σκαθαριών, μόνο χαλάρωσε του χεριού σου το σφίξιμο:
Θα πετάξω μέσα απ` το στόμα του κεριού σαν άκαυστη πεταλούδα της νύχτας.
Δώσε πίσω τη μορφή μου. Είμαι έτοιμη να ερμηνεύσω τις ημέρες
Που ζευγάρωσα με τη σκόνη στη σκιά μιας πέτρας.
Οι αστράγαλοί μου φωτίζονται. Λάμψη ανέρχεται στους μηρούς μου.
Είμαι χαμένη, χαμένη, μέσα στις εσθήτες  τέτοιου φωτός.
SYLVIA PLATH


Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

ΕΡΩΤΙΚΟ ΓΡΑΜΜΑ

Δεν είναι εύκολο να εκφράσω την αλλαγή που επέφερες.
Αν είμαι τώρα ζωντανή, ήμουν νεκρή τότε,
Αν και, όπως μια πέτρα, αυτό δεν μ` ενοχλούσε,
Να μένω στη θέση μου ακολουθώντας τη συνήθεια
Δεν είναι ότι μ` έσπρωξες απλά μια ίντσα, όχι—
Ούτε ότι μ` άφησες να στηλώσω το μικρό γυμνό μάτι μου
Στον ουρανό ξανά, χωρίς ελπίδα, φυσικά,
Κατανόησης της κυανότητας, ή των αστεριών

Δεν ήταν αυτό. Ας πούμε πως κοιμήθηκα: ένα φίδι
Κρυμμένο ανάμεσα σε μαύρους βράχους σαν μαύρος βράχος
Στον λευκό υατό του χειμώνα—
Όπως οι γείτονές μου, δε μπορώ να χαρώ
Με τα εκατομμύρια τέλεια σμιλευμένα
Μάγουλα που ανάβουν κάθε στιγμή για να λειώσουν
Το μάγουλό μου από βασάλτη. Τους πήραν τα κλάμματα,
Άγγελοι θρηνούντες πάνω από φύσεις βουβές,
Αλλά δε με έπεισαν. Εκείνα τα δάκρυα πάγωσαν.
Κάθε νεκρό κεφάλι είχε ένα προσωπείο πάγου.

Και συνέχισα να κοιμάμαι σαν λυγισμένο δάχτυλο.
Το πρώτο πράγμα που είδα ήταν καθαρός αέρας
Και οι εγκλωβισμένες σταγόνες που ανέβαιναν ως πάχνη
Διαφανείς σαν πνεύματα. Πολλές πέτρες κείτονταν
Πυκνές και ανέκφραστες ένα γύρω.
Δεν ήξερα τι να υποθέσω.
Έλαμπα, με γυάλινα – λέπια, και ξεδιπλώθηκα
Να εκρεύσω απ` τον εαυτό μου, σαν υγρό
Ανάμεσα από πόδια πτηνών και φυτών μίσχους.
Δεν ξεγελάστηκα. Σε γνώρισα αμέσως.

Δέντρο και πέτρα έλαμπαν, δίχως σκιές.
Το ανάστημά μου έγινε διαυγές σαν γυαλί.
Άρχισα να μπουμπουκιάζω σαν Μαρτιάτικο κλαδί:
Ένα μπράτσο κι ένα πόδι, ένα μπράτσο, ένα πόδι.
Από πέτρα σε σύννεφο, έτσι ανυψώθηκα.
Τώρα μοιάζω με ένα είδος θεότητας
Πλέοντας στον αέρα μες την καμιζόλα της ψυχής μου
Καθαρή σαν ένα θραύσμα πάγου. Είναι ένα δώρο.
SYLVIA PLATH
Μετάφραση Κατερίνα Ηλιοπούλου, Ελένη Ηλιοπουλου, Σύλβια Πλαθ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Εκδόσεις Κέδρος 2003

Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

ΜΑΙΝΑΔΑ

Κάποτε ήμουν συνηθισμένη:
Δίπλα στη φασολιά του πατέρα μου καθόμουν
Τρώγοντας τα δάχτυλα της σοφίας
Τα πουλιά κατέβαζαν γάλα.
Όταν βροντούσε κρυβόμουν κάτω από μια πέτρα επίπεδη..

Η μάνα των στομάτων δε μ` αγάπησε.
Ο γέρος συρρικνώθηκε ώσπου έγινε μια κούκλα.
Ω, είμαι πια μεγάλη δεν γίνεται να πάω πίσω:
Των πουλιών το γάλα είναι πούπουλα,
Τα φύλλα της φασολιάς  μουγκά σαν χέρια.

Λίγα έχει να κάνεις αυτό το μήνα.
Οι νεκροί ωριμάζουν μέσα στ` αμπελόφυλλα.
Μια κόκκινη γλώσσα υπάρχει ανάμεσά μας.
Μητέρα, κρατήσου έξω απ` την αυλή μου,
Γίνομαι κάποιος άλλος.

Σκυλίσια μορφή, μακελλάρη:
Τάισέ με τα μούρα του σκότους.
Τα βλέφαρα δε λένε να κλείσουν. Ο χρόνος
Ξετυλίγει την ατέλειωτη λάμψη του  από τον
Μεγαλόπρεπο ομφαλό του ήλιου.

Πρέπει να την καταπιώ όλη.

Κυρά, ποιοί είναι αυτοί οι άλλοι μέσα στου φεγγαριού την δεξαμενή–
Σε μεθυσμένη νάρκη , τα μέλη τους σε συμπλοκή;
Μαύρο είναι το αίμα κάτω από αυτό το φως..
Πες μου τ` όνομά μου.
SYLVIA PLATH
Μετάφραση Κατερίνα Ηλιοπούλου, Ελένη Ηλιοπουλου, Σύλβια Πλαθ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ
Εκδόσεις Κέδρος 2003

Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

AΫΠΝΟΣ

Ο ουρανός της νύχτας είναι σαν ένα φύλλο καρμπόν,
Μπλε – μαύρο, με τις πυκνοσημαδεμένες περιοχές των αστεριών
Που αφήνουν το φως να περνά, από τρύπα σε τρύπα–
Ένα φως οστέινο, λευκό σαν θάνατος, πίσω από κάθε πράγμα.
Κάτω απ` τα μάτια των αστεριών και του φεγγαριού το δαχτυλίδι
Υπομένει την έρημο του προσκεφαλιού του, η αυπνία
Απλώνει την λεπτή , ερεθιστική της άμμο προς όλες τις κατευθύνσεις

Ξανά και ξανά , η παλιά , κοκκώδης ταινία
Προβάλλει ντροπές – τις βροχερές ημέρες
Της παιδικής ηλικίας και εφηβείας, κολλώδεις από όνειρα,
Γονικά πρόσωπα πάνω σε ψηλά εδρανα, εναλλάξ αυστηρά και βουρκωμένα,
Ένας κήπος άρρωστα τριαντάφυλλα που του έφερναν κλάμμα.
Το μέτωπό του ανώμαλο σαν τσουβάλι με πέτρες.
Οι αναμνήσεις σπρώχνονται να βγουν στην επιφάνια σαν ξεπερασμένοι σταρ του σινεμά

Έχει πια ανοσία στα χάπια : κόκκινα , μωβ, μπλε-
Πως φωτίζουν την πλήξη ενός απογεύματος που δε λέει να περάσει!
Αυτοί οι ζαχαρένιοι πλανήτες, που η επίδρασή τους κέρδισε γι` αυτόν
Μια ζωή βαπτισμένη στη μη ζωή για λίγο,
Και το γλυκό, ναρκωμένο ξύπνημα ενός επιλήσμονος βρέφους.
Τώρα τα χάπια είναι εξαντλημένα και ανόητα σαν κλασσικοί θεοί.
Τα χαζά νυσταλέα τους χρώματα δεν τον ωφελούν.

Το κεφάλι του είναι ένας μικρός χώρος από γκρίζους καθρέφτες.
Κάθε χειρονομία δραπετεύει ακαριαία σε ένα σοκκάκι
Από συρρικνούμενες προοπτικές και η σημασία του
Στραγγίζεται σα νερό έξω από την οπή στην άλλη άκρη.
Ζει εκτεθειμένος σε ένα ξεσκέπαστο δωμάτιο,
Οι γυμνές σχισμές των ματιών του πέτρωσαν ορθάνοιχτες
Στο ακατάπαυστο ασταποβόλο πετάρισμα των καταστάσεων.

Οληνυχτίς, στην γρανιτένια αυλή, αόρατες γάτες
Ούρλιαζαν σαν γυναίκες, ή σαν κατεστραμένα όργανα.
Μπορεί κιόλας να νιώσει το φως της μέρας, τη λευκή του αρρώστια,
Να ξεπροβάλλει έρποντας μ` ένα καπέλο γεμάτο ασήμαντες επαναλήψεις.
Η πόλη είναι ένας χάρτης με χαρούμενους σφυριχτές τώρα,
Και παντού άνθρωποι, με τα μάτια τους διάφανα –ασημί και άδεια,
Καλπάζουν προς τις δουλειές τους στη σειρά, λες κι έχουν πρόσφατα υποστεί πλύση εγκεφάλου.
SYLVIA PLATH
Μετάφραση Κατερίνα Ηλιοπούλου, Ελένη Ηλιοπουλου, Σύλβια Πλαθ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ


Εκδόσεις Κέδρος 2003

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

ΜΑΥΡΟΣ ΚΟΡΑΚΑΣ ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ

Πάνω στο ξερό κλαδί εκεί ψηλά
Κουρνιάζει ένας βρεγμένος μαύρος κόρακας
Που στρώνει ξανά και ξανά το φτέρωμά του μες τη βροχή.
Δεν αναμένω ένα θαύμα
Ή ένα ατύχημα

Να πυροδοτήσουν την όραση
Μες τα μάτια μου, ούτε ψάχνω
Πια στον ανερμάτιστο καιρό κάποιο σχέδιο,
Μόνο αφήνω τα λεκιασμένα φύλλα να πέφτουν όπως πέφτουν,
Χωρίς τελετή, ή οιωνό.

Παρόλο που, το ομολογώ, κάποιες φορές επιθυμώ,
Κάποια ανταπόκριση απ` τον βουβό ουρανό,
Δεν έχω στ` αλήθεια παράπονο:
Κάποιο αμυδρό φως μπορεί ακόμα
Να ξεπηδήσει λευκόπυρο

Απ` της κουζίνας το τραπέζι ή την καρέκλα
Σαν μια ουράνια φωτιά που πότε πότε
Κατέχει τα πιο αμβλεία αντικείμενα–
Καθαγιάζοντας έτσι ένα διάστημα
Αλλιώς ασυνεπές
Επιδίδοντάς του γενναιοδωρία , τιμή,
Κάποιος ίσως πει αγάπη. Ούτως ή άλλως , τώρα περπατώ
Επιφυλακτική( γιατί θα μπορούσε να συμβεί ακόμα και σ` αυτό το μουντό, ερειπωμένο τοπίο)~ δύσπιστη
Παρόλ` αυτά συνετή, αγνοώντας

Πως ένας άγγελος ίσως διαλέξει να φεγγοβολήσει
Άξαφνα δίπλα μου. Γνωρίζω μόνο πως ένας κόρακας
Που τακτοποιεί τα μαύρα φτερά του μπορεί να λάμψει τόσο
Ώστε ν` αδράξει τις αισθήσεις μου, ν` ανασηκώσει
Τα βλέφαρά μου, και να μου παραχωρήσει

Μια σύντομη ανάπαυλα από το φόβο
Της απόλυτης ουδετερότητας. Με λίγη τύχη,
Μοχθώντας επίμονα μέσα απ` αυτή την εποχή
Της κόπωσης,
Θα συρράψω ένα κάποιο κίβδηλο,

Περιεχόμενο. Τα θαύματα συμβαίνουν,
Αν σ` αρέσει να αποκαλείς αυτά τα σπασμωδικά
Τεχνάσματα ακτινοβολίας θάυματα. Η αναμονή άρχισε ξανά,
Η μακριά αναμονή για τον άγγελο,
Γι` αυτή τη σπάνια, τυχαία κάθοδο.
SYLVIA PLATH
Μετάφραση Κατερίνα Ηλιοπούλου, Ελένη Ηλιοπουλου, Σύλβια Πλαθ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ


Εκδόσεις Κέδρος 2003



Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

ΚΟΛΟΣΣΟΣ

Ποτέ δεν θα μπορέσω να σε συναρμολογήσω ολοκληρωτικά,
Κάθε κομμάτι, όπως πρέπει κολλημένο και συναρμοσμένο.
Γκαρίσματα, γρυλίσματα  γουρουνιών και αισχρά κακαρίσματα
Εξέρχονται από τα παχιά σου χείλη..
Είναι χειρότερα κι από σταύλο.

Ίσως θεωρείς τον εαυτό σου ένα μαντείο,
Επιστόμιο για τους νεκρούς, ή για κάποια θεότητα.
Τριάντα χρόνια τώρα είναι που μοχθώ
Να στεγνώσω τις λάσπες από το λαιμό σου.
Δεν έγινα σοφότερη.

Αναρριχώμαι σε μικρές σκαλωσιές με τα δοχεία της κόλλας και τους κουβάδες με τη λαζολίνη
Έρπω σαν μυρμήγκι που θρηνεί
Πάνω από τις χορταριασμένες εκτάσεις των φρυδιών σου
Να επισκευάσω τις τεράστιες πλάκες του κρανίου σου
Και να καθαρίσω τους γυμνούς λευκούς τύμβους των ματιών σου.

Ένας γαλάζιος ουρανός βγαλμένος από την Ορέστεια
Ορθώνεται σαν αψίδα από πάνω μας . Ω πατέρα, είσαι από μόνος σου
Ρωμαλέος και ιστορικός σαν Ρωμαική Αρένα.
Στρώνω για το γεύμα μου πάνω σ` ένα λόφο με μαύρα κυπαρίσσια.
Τα διαμπερή σου κόκκαλα και ακάνθινα μαλλιά είναι σκορπισμένα

Με την γνωστή  τους αναρχία στην γραμμή του ορίζοντα.
Χρειάζεται κάτι πιο δυνατό από το χτύπημα ενός κεραυνού
Για να δημιουργήσει ένα τέτοιο ερείπιο.
Τις νύχτες, φωλιάζω στο κέρας της Αμάλθειας
Του αριστερού σου αυτιού, μακριά από τον άνεμο,

Μετρώντας τα κόκκινα άστρα κι εκείνα που έχουν το χρώμα του δαμάσκηνου.
Ο ήλιος ανατέλλει από την πύλη της γλώσσας σου.
Οι ώρες μου νυμφεύονται τη σκιά.
Δεν αφουγκράζομαι πια για το τρίξιμο μιας καρίνας
Πάνω στις γυμνές πέτρες της αποβάθρας.
SYLVIA PLATH
Μετάφραση Κατερίνα Ηλιοπούλου, Ελένη Ηλιοπουλου, Σύλβια Πλαθ, ΠΟΙΗΜΑΤΑ


Εκδόσεις Κέδρος 2003


Τρίτη 22 Μαρτίου 2016

Η ΠΤΗΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΧΙΟΝΙ

Ι
δεν είναι η πτήση
ταπεινό ενδιαίτημα της αθανασίας
που διογκώνει τη ζήση
και την υλοποιεί
είναι η λαχτάρα για την πτήση
το παιδιόθεν όνειρο
το τρίξιμο του ανέμου
στις φτερούγες
ενώ καταπίνεις όνειρα
στην καρμική ενόραση του μέλλοντος
μετά ξυπνάς
και βλέπεις τις εφηβικές σου φλέβες κιρσούς
τα μπλε μάτια θύελλες
και στο στήθος σου στρωμένο χιόνι
- αν και κάτω απ΄ το χιόνι
το φτέρωμα ιδρωμένο και καυτό –
ΙΙ
δυνατός
ο απύθμενος λιμός των χυμών
οδηγεί τους αδένες
σε μια κοσμική μετουσίωση
δίχως ηλικιακές αφορμές και επιφυλάξεις
ο έρωτας είναι πουλί
και ο χειμώνας του κορμιού
είναι μια ξόβεργα
όμως και μετά θάνατον
αφήνει ο πόθος λίγη καυτή τέφρα
ΙΙΙ
στη σφεντόνα της μέρας
κι αν τεντώθηκες
υπέργειο άροτρο
το λευκό σε τύφλωσε
ηλιοσυλλέκτης
ένα μάτσο κόκαλα
σε ένα λιβάδι ασβεστίου
πως να διαχωρίσεις το σάκο σου
απ΄ το σωρό;
ΙV
διπλωμένος ο καρπός
στη φρέσκια κάψα
αντηχεί
στολίδια ήχου και λυγμών
συμπτύσσει
τη ζωή που προηγήθηκε
τη ζωή που ετοιμάζεται ν΄ ανθίσει
               Κ.ΛΟΥΚΟΠΟΥΛΟΣ

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

ΜΟΝΑΞΙΑ















Μέσα στη μοναξιά μου είναι ένα σπίτι
Όπου κατοικώ εγώ
Με μέσα μου τη μοναξιά μου
Όπου βρίσκεται το σπίτι
Όπου κατοικώ εγώ κι η μοναξιά μου.
ΑΡΓ. ΧΙΟΝΗΣ

Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

Ο ΚΥΝΗΓΑΡΗΣ ΣΚΥΛΟΣ
















Ο κυνηγάρης σκύλος όταν
Δεν έχει τίποτα να κυνηγήσει
Κυνηγάει την ουρά του

Όταν την πιάσει γίνεται ένα
Μηδενικό που όλο μικραίνει
Γιατί την τρώει την ουρά του
Κι ύστερα αρχίζει το κορμί να τρώει
Ώσπου να φτάσει στο λαιμό στην κεφαλή και στο μουσούδι
Ο κυνηγάρης σκύλος όταν
Δεν έχει τίποτα να κυνηγήσει
Τελειώνει μέσα στις μασέλες του.
ΑΡΓΥΡΗΣ ΧΙΟΝΗΣ

Σάββατο 19 Μαρτίου 2016

ΨΑΡΙ ΕΛΠΙΔΑ













Είμαι δυστυχισμένος γύρω μου
Συμβαίνουν ποιήματα συμβαίνουν άστρα
Συμβαίνουν λουλούδια κι άλλα
Ουράνια σώματα κι επίγειοι γαλαξίες
Κι υπόγειοι ποταμοί κι εγώ δεν είμαι
Παρά ένας ψαράς στην όχθη του εαυτού του

Ρίχνω τ’ αγκίστρι και δε βγάζω
Παρά τ’ αγκίστρι ούτε ένα ψάρι
Ψάρι πίστη ψάρι σύμβολο ούτε ένα
-Κι αυτό’ ναι το χειρότερο –
Ψάρι ελπίδα για την πείνα μου

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2016

ΕΙΜΑΙ Η ΛΥΚΟΠΑΓΙΔΑ











Είμαι η λυκοπαγίδα κι είμαι ο λύκος
που πιάστηκε σ’ αυτή
Κανένας δεν το βλέπει δεν το ξέρει
Ούτε εκείνοι που με χαιρετούν από μακριά
Ούτε αυτοί που μ’ αγκαλιάζουν ή μου σφίγγουνε το χέρι
Τόσο έντεχνα έχω πνίξει μέσα μου το ουρλιαχτό
Του θριάμβου το ουρλιαχτό του πόνου

Κυκλοφορώ ανάμεσά τους μ’ άνεση φορώντας
Το πιο αδιάφορο χαμόγελο το πιο καθημερινό
Ενώ οι δαγκάνες μου χώνονται βαθιά

Όλο και πιο βαθιά μες στα πλευρά μου

ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΝ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΝ (από την ποιητική συλλογή ΤΥΠΟΙ ΗΛΩΝ, Εκδόσεις Εγνατία Σειρά ΤΡΑΜ/λογοτεχνία 1978)

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2016

ΕΙΠΕΣ















Είπες βαθιά θα σκάψεις μες στον εαυτό σου, να τον γνωρίσεις, να τον καταχτήσεις ίσως. Μα τι νόμισες πως είναι ο εαυτός σου, ορυχείο στοές ν’ ανοίγεις και ν’ αναζητάς φλέβες χρυσάφι, φλέβες κάρβουνο! Ή μήπως νόμισες πως είναι χώρος αρχαιολογικός που κρύβει μέσα του στρώματα- στρώματα πολιτισμούς χαμένους. Ένα κομμάτι πονεμένη σάρκα είσαι κι όσο κι αν σκάψεις μέσα σου βαθιά δε θα ’βρεις παρά αίμα σκοτωμένο κι αίμα ζωντανό και τρόμο για το σκοτωμένο αίμα… Χρόνια τον καρτερούσες τον εχθρό με τ’ αυτί κολλημένο στη Γη  για ν’ ακούσεις τον ήχο του καλπασμού του μη σε βρει ο ερχομός του ανέτοιμο… Η δύναμή σου όλη όλη η ζωή σου συγκεντρώθηκε σε τούτο το αυτί… Ξεσκέπασε το κρανίο σου κι άφησε τη βροχή να σου πλύνει τη σκέψη για ν’ αρχίσεις καθαρά να εννοείς όχι μονάχα αυτό που είναι ο κόσμος αλλά κι αυτό που δεν είναι..
                                      ΑΡΓ. ΧΙΟΝΗΣ
  

Τετάρτη 16 Μαρτίου 2016

Κατοικώ μέσα στη σκέψη σου





Είμαι ένα ρολόι κουρδισμένο ισόβια κι έχω ένα ρολόι να μετρώ το χρόνο να ρυθμίζω έτσι τη ζωή μου!.. Τι το ’θελα αυτό το κατακόρυφο ταξίδι; Δεν θα ’τανε πιο καλά να μείνω εκεί στη σιγουριά του λαβυρίνθου; Τι το ’θελα τα μάτια να σηκώνω προς τον ήλιο,  με κέρινο μυαλό να κάνω όνειρα φωτιάς!.. Για την ώρα είμαι ακόμα ασαφής, μια ανώριμη αχνή ιδέα πιθανού ποιήματος, μ’ αφήνεις μέσα στη σκέψη σου να ωριμάσω πριν μ’ εκφράσεις… 
[κτερίσματα από τους ΤΥΠΟΥΣ ΤΩΝ ΗΛΩΝ του Αργύρη Χιόνη]

Τρίτη 15 Μαρτίου 2016

Ο ΔΡΟΜΟΣ


















«Κάθε δρόμος είναι μονάχα ένας δρόμος, και δεν είναι ντροπή, ούτε για σένα ούτε για τους άλλους, να τον εγκαταλείψεις κάποια στιγμή, αν έτσι σου υπαγορεύει η καρδιά σου… Κοίταξε κάθε δρόμο, με προσοχή κι επιφυλακτικότητα. Δοκίμασε τον όσες φορές κρίνεις εσύ πως είναι απαραίτητο. Σκέψου και διαλογίσου πάνω σ’ αυτόν. Κι ύστερα, θέσε στον εαυτό σου ένα και μόνο ερώτημα. Έχει αυτός ο δρόμος καρδιά; Αν έχει είναι καλός, αν δεν έχει, είναι άχρηστος…
Θέλεις να σου πω που οδηγεί ο δρόμος σου; Είναι εύκολο. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο ίδιο μέρος: Πουθενά.
Αυτό που έχει σημασία είναι να ακολουθείς τα Μονοπάτια Που Έχουν Καρδιά. Να ρωτάς, έχει καρδιά το μονοπάτι που βαδίζω; Αν ναι, ακολούθησε το και μην φοβάσαι τίποτε, ακόμη και αν όλος ο κόσμος θέλει να σε αποτρέψει από το να τ’ ακολουθήσεις. Αν όχι, άφησε το, δεν είναι καλό μονοπάτι. Να ψάχνεις πάντα τα μονοπάτια που έχουν καρδιά, κι όταν καταλαβαίνεις ότι δεν έχουν, να μη διστάζεις να τα εγκαταλείπεις. Ποιο μονοπάτι σού λέει η καρδιά σου ότι είναι το σωστό; Σε περιμένει να το βαδίσεις. Πήγαινε. Τα μονοπάτια μπορούν να περιμένουν απίστευτα πολύ. Το πρόβλημα είναι ότι οι άνθρωποι δεν έχουν αρκετό χρόνο στη διάθεση τους…

Κ.Καστανέντα 

Δευτέρα 14 Μαρτίου 2016

Η ΙΔΙΟΦΥΙΑ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ

Υπάρχει αρκετή προδοσία, μίσος, βία, παραλογισμός στο μέσο
άνθρωπο για να προμηθεύσει οποιοδήποτε στρατό, οποιαδήποτε μέρα

και οι καλύτεροι στο φόνο είναι αυτοί που κηρύττουν εναντίον του
και οι καλύτεροι στο μίσος είναι αυτοί που κηρύττουν αγάπη
και οι καλύτεροι στον πόλεμο είναι τελικά αυτοί που κηρύττουν ειρήνη

εκείνοι που κηρύττουν θεό, χρειάζονται θεό
εκείνοι που κηρύττουν ειρήνη δεν έχουν ειρήνη
εκείνοι που κηρύττουν αγάπη δεν έχουν αγάπη

προσοχή στους κήρυκες
προσοχή στους γνώστες
προσοχή σε αυτούς που όλο διαβάζουν βιβλία
προσοχή σε αυτούς που είτε απεχθάνονται τη φτώχεια
είτε είναι περήφανοι γι’ αυτήν
προσοχή σε αυτούς που βιάζονται να επαινέσουν
γιατί θέλουν επαίνους για αντάλλαγμα
προσοχή σε αυτούς που βιάζονται να κρίνουν
φοβούνται αυτά που δεν ξέρουν
προσοχή σε αυτούς που ψάχνουν συνεχώς πλήθη
γιατί δεν είναι τίποτα μόνοι τους
προσοχή στο μέσο άνδρα και τη μέση γυναίκα
η αγάπη τους είναι μέτρια
ψάχνει το μέτριο

αλλά υπάρχει ιδιοφυΐα στο μίσος τους
υπάρχει αρκετή ιδιοφυΐα στο μίσος τους για να σας σκοτώσει
να σκοτώσει τον καθένα
δεν θέλουν μοναξιά 
δεν καταλαβαίνουν τη μοναξιά
θα προσπαθήσουν να καταστρέψουν οτιδήποτε
διαφέρει από το δικό τους 
μη βρισκόμενοι σε θέση να δημιουργήσουν έργα τέχνης
δεν θα καταλάβουν την τέχνη
θα εξετάσουν την αποτυχία τους ως δημιουργών
μόνο ως αποτυχία του κόσμου
μη βρισκόμενοι σε θέση να αγαπήσουν πλήρως
θα πιστέψουν ότι και η αγάπη σας είναι ελλιπής
και τότε θα σας μισήσουν
και το μίσος τους
θα είναι τέλειο

σαν ένα λαμπερό διαμάντι
σαν ένα μαχαίρι
σαν ένα βουνό
σαν μια τίγρη
όπως το κώνειο

η καλύτερη τέχνη τους


 ΤΣΑΡΛΣ ΜΠΟΥΚΟΦΣΚΥ

Κυριακή 13 Μαρτίου 2016

ΨΙΘΥΡΟΙ ΤΟΥ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΥ





Δεν μπορώ να κοιμηθώ στην παρουσία σου.
Στην απουσία σου, τα δάκρυα με αποτρέπουν
Με παρακολουθείς αγαπημένε
Κάθε άυπνη νύχτα και
Μόνο εσύ βλέπεις την διαφορά

Κοιτώντας τη ζωή μου
Βλέπω ότι μόνο η Αγάπη
Έχει υπάρξει της ψυχής μου σύντροφος
Από τα τρίσβαθά της
Η ψυχή μου φωνάζει
Μην περιμένεις, παραδώσου
Για χάρη της Αγάπης

Αν δεν μπορείς να μυρίσεις το άρωμα
Μην εισέλθεις στον κήπο της Αγάπης
Αν είσαι απρόθυμος να γδυθείς
Μην μπεις στον ρεύμα της Αλήθειας
Μείνει εκεί που είσαι
Μην έλθεις στο δρόμο μας

Όλος ο χρόνος γύρω από τον εραστή είναι τρελός
Αχτένιστος, άρρωστος από αγάπη και μες στη ντροπή
Δίχως αγάπη δεν υπάρχει τίποτε παρά μόνο θλίψη
Στην αγάπη… τι άλλο μετρά;

Η Αγάπη είναι η Μητέρα και
Ο δρόμος του προφήτη μας
Εντούτοις είναι στην φύση μας
Να αντιμαχόμαστε την Αγάπη
Δεν μπορούμε να σε δούμε, μητέρα,
Κρυμμένη πίσω από σκοτεινά πέπλα
Υφασμένα από μας

Θες να εισέλθεις στον παράδεισο;
Να περπατήσεις το μονοπάτι της Αλήθειας;
Χρειάζεσαι την χάρη του Θεού
Όλοι αντιμετωπίζουμε τον θάνατο στο τέλος
Αλλά στον δρόμο, πρόσεχε
Να μην πληγώσεις ποτέ μια ανθρώπινη καρδιά

Γνωρίζεις τι λέει η μουσική;
«έλα, ακολούθα με και θα βρεις τον δρόμο,
Τα λάθη σου, μπορούν και αυτά να σε οδηγήσουν στην αλήθεια
Όταν ρωτάς, η απάντηση θα σου δοθεί»

Ο Άρχοντας που είναι γεμάτος γλυκύτητα
Είναι τόσο μεθυσμένος απ’ την αγάπη, που ξεχνά
«Θα μου δώσεις λίγη απ’ την γλυκύτητά σου;»
«Δεν έχω καθόλου» λέει
Αγνοώντας τα πλούτη του

Γνωρίζεις τι είναι η αγάπη
Είναι όλο ευγένεια, γενναιοδωρία
Η Δυσαρμονία επικρατεί όταν
Μπερδεύεις τον σαρκικό πόθο με την αγάπη
Την στιγμή που η απόσταση ανάμεσα στα δύο είναι ατέλειωτη.

Αυτή η αγάπη είναι ένας Βασιλιάς
Αλλά το έμβλημά του είναι κρυμμένο
Το κοράνι μιλά την Αλήθεια
Αλλά το θαύμα του συγκαλύπτεται
Η αγάπη είναι τρύπια από το Βέλος της
Η καρδιά κάθε εραστή

Αίμα κυλά αλλά η πληγή είναι αόρατη
Ρουμι
                                                           (Ως αγαπημένου συνήθιζε να υπονοεί το Θείο)

Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

ΔΕΝ ΠΕΙΡΑΖΕΙ





Δεν πειράζει, δεν πειράζει
αν δε θες να μου μιλάς
αν κρυφά μόνο κοιτάζεις
κι όλο μούτρα μου κρατάς.

Μη σε νοιάζει, μη σε νοιάζει
δε θα σπάσει το σχοινί
σαν παιχνίδι να μας μοιάζει
δίχως τέλος και αρχή

Δεν πειράζει, δεν πειράζει
όταν φτάνω κι ειν’ αργά
ούτε θέλω να τρομάζεις
όταν ζούμε χωριστά

Μη σε νοιάζει, μη σε νοιάζει
άμα λείπει το φιλί
σαν παιχνίδι να μας μοιάζει
πάμε πάλι απ την αρχή

Δεν αντέχω άλλο έλα, 
έλα πάρε με αγκαλιά
να πεθάνουμε στα γέλια
να `ναι πάλι όπως παλιά

Γιατί τα μάτια σου εγώ έχω φιλήσει
στην αγκαλιά σου η καρδιά μου έχει σβήσει
κι οι δυο μας πήγαμε σε όνειρα μετάξι
μαζί σου αγάπη μου εγώ έχω πετάξει.
Δ.ΤΣΑΚΑΛΟΣ

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

ΣΕ ΗΛΙΟΛΟΥΣΤΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ





...Πάλιωσε όμως η δική μου ιστορία
κανένα ράφι δεν στολίζει ο τόμος μου
και τώρα εσένα φαντάζομαι με δέρμα σπάνιο
ολόδετο σε ξένη βιβλιοθήκη.
Επειδή δεν έπρεπε ποτέ
ν’ αφεθώ στην ασυδοσία της νοσταλγίας
και να γράψω αυτό το ποίημα
τον γκρίζο ουρανό διαβάζω
σε ηλιόλουστη μετάφραση.
ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ "Μεταφράζοντας σε έρωτα το τέλος της ζωής" Κ. ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2016

ΠΟΙΗΣΗ




χρειάζεται
πολλή
απελπισία
δυσαρέσκεια
και 
απογοήτευση
για να 
γράψεις
λίγα 
καλά
ποιήματα.
δεν
μπορεί
ο καθένας
ούτε να
την 
γράψει
ούτε να
την 
διαβάσει.
Charles Bukowski(1920-1994)

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

ΤΕΛΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ





Ελλάδα μη γαμήσω το στοματικό σου στάδιο
φαγητό λόγια ξερατό και ποιήματα εκεί που
όλα καλούνε το καλάσνικωφ να κελαηδήσει
για να μας βγάλει απ’ την κατάρα της γραφής
με τη σοφία που η Μαρία λέει όταν της δείχνουν
τα ωραία γραφτά των παιδιών: Δώσαμε δώσαμε.
Δεν θέλω ποιήματα, δεν θ’ αφήσω ούτε λέξη να
έχουν τα παιδιά μου εμπόδιο στο μέλλον τους
παρά μονάχα έναν απλό κανόνα όπου η λέξη
θα έχει την αξία της δέσμευσης ή αλλιώς σιωπή
μακριά από τα στόματα, στα χέρια, στο κορμί
χέρια και πλάτη έχει ανάγκη το μέλλον του κόσμου
όχι αυτά τα γαμημένα λόγια μου τ΄ ανήμπορα
να δώσουν μια προοπτική αξιοπρέπειας στα ερχόμενα.
Μη με διαβάζετε λοιπόν, δεν έλειψαν τα λόγια
φύγετε από δω, μακριά, όχι με φαγητό και λόγια
ξερατά και ποιήματα, μα ένα ελάχιστο της πράξης
που επιτέλους στη ζωή αληθινά να τ’ ανασταίνει.
Ένας κατάδικος υπήρξα λέξεων προς ποιήματα
γι’ αυτό ζητάω από το μέλλον σας συγγνώμη.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΛΙΩΤΗΣ