Πέμπτη 25 Ιουνίου 2015

Αγγελία μοναχικού ποιητή















Έχετε διπλωμένα μουνόχειλα;
Ζαρώνει η κλειτορίδα σας;
Μόνο ένα εμπεριστατωμένο και ακομπλεξάριστο γλείψιμο από έμπειρο γλωσσομαθή θα σας φέρει στα ίσια σας.
Πληροφορίες στο τηλέφωνο...

(Σιγά μη σας αφήσω και τηλέφωνο βρομόμουνα.)


ΤΖ. ΠΑΝΟΥΣΗΣ

Σάββατο 20 Ιουνίου 2015

Κ. ΑΞΕΛΟΣ

...οι μεγάλες σκέψεις είναι κάτι το πάρα πολύ σπάνιο και δεν τρέχουνε ούτε στους δρόμους, ούτε βρίσκονται οργανωμένες από τα κόμματα, ούτε κυριαρχούν στα πανεπιστήμια. 

 Η μετριότητα είναι φαίνεται το πεπρωμένο της μέσης ανθρώπινης διάνοιας.


...
Ο θάνατος δεν παύει να προσεγγίζει, να είναι εδώ.

Υπάρχουν εκείνοι που είναι αναγκασμένοι να πεθάνουν τυφλά και σιωπηλά, εξόδοις τους, κι εκείνοι που πεθαίνουν έχοντας, αν μπορεί να πει κανείς, εκπληρώσει τη ζωή τους.

Ο θάνατος επίσης παίρνει αυτό που πνέοντας τα λοίσθια, πρέπει να πεθάνει.

Οι μάχες των οπισθοφυλακών είναι περιττές.
....

Όταν «le mort saisit le vif!» (Ο νεκρός συλλαμβάνει τον ζωντανό!), όπως γράφει ο μαρξ γαλλικά στο Κεφάλαιο, αυτό που ζει προσπαθεί με τη σειρά του να συλλάβει τον θάνατο.

Μια εξ ίσου ισχυρή ορμή εκδηλώνεται σε σχέση με τον θάνατο.

Η ζωή μπορεί ν’ αντισταθεί σ’ αυτό που είναι νεκρό.

Συνεχίζει ασταμάτητα το δικό της έργο –που φέρει πάντοτε το στίγμα του θανάτου-, μπορεί ν’ αναλάβει τον θάνατο (τον δικό της θάνατο, τον θάνατο κάθε υπάρχοντος και τον θάνατο αυτόν καθαυτόν).

Διότι μια παραγωγική σχέση με αυτό που είναι νεκρό καθώς και με τον ατομικό και τον οικουμενικό θάνατο είναι δυνατή.


Δεν υπάρχει αιώνια επιβίωση.

...

Η μη ανασχέσιμη προέλαση της σύγχρονης τεχνικής η οποία καταλαμβάνει τα πάντα συμβαδίζει με την απουσία των Θεών, με την ερήμωση της φύσης, με τη διάλυση των κοινοτήτων, με το βασίλειο του εμπορεύματος, με την αποθέωση της αναπαράστασης και των θεαματικών της οργάνων, με την αποχαλίνωση της θέλησης.

...

Η απόρριψη του παρόντος, που είναι αβάσταχτο και πολύ βαρύ, συμβαδίζει με «προφητικά» λόγια και με χειρονομίες που μυρίζουν νοσταλγία.

Η νοσταλγία σκιαγραφεί, απέναντι και μέσα σ’ ένα ανεπανόρθωτο και πνιγηρό παρόν, μιαν «επιστροφή» σ’ έναν τόπο και σ’ ένα χρόνο τον οποίο ουδέποτε κατοικήσαμε πραγματικά και ο οποίος θα ήταν το ενδιαίτημά μας.


Πράγμα που δεν αποκλείει τη δυνατότητα να υπάρχουν νοσταλγίες που πηγαίνουν μπροστά, που είναι προδρομικές…"


Κ. ΑΞΕΛΟΣ
Απόσπασμα από το βιβλίο του Κώστα Αξελού, Αυτό που επέρχεται
(Eνότητα: Αυτό Που Προσεγγίζει)

Μετάφραση: Κατερίνα Δασκαλάκη,

Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

ΤΟ ΣΩΜΑ



















Τοῦτο τὸ σῶμα ποὺ ἔλπιζε σὰν τὸ κλωνὶ ν᾿ ἀνθίσει
καὶ νὰ καρπίσει καὶ στὴν παγωνιὰ νὰ γίνει αὐλὸς
ἡ φαντασία τὸ βύθισε σ᾿ ἕνα βουερὸ μελίσσι
γιὰ νὰ περνᾶ καὶ νὰ τὸ βασανίζει ὁ μουσικὸς καιρός.

Γ.ΣΕΦΕΡΗΣ

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2015

Ὁ γυρισμὸς τοῦ ξενιτεμένου



















- Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;
χρόνια ξενιτεμένος ἦρθες
μὲ εἰκόνες ποὺ ἔχεις ἀναθρέψει
κάτω ἀπὸ ξένους οὐρανοὺς
μακριὰ ἀπ᾿ τὸν τόπο τὸ δικό σου.

- Γυρεύω τὸν παλιό μου κῆπο·
τὰ δέντρα μοῦ ἔρχουνται ὡς τὴ μέση
κι οἱ λόφοι μοιάζουν μὲ πεζούλια
κι ὅμως σὰν ἤμουνα παιδὶ
ἔπαιζα πάνω στὸ χορτάρι
κάτω ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἴσκιους
κι ἔτρεχα πάνω σὲ πλαγιὲς
ὥρα πολλὴ λαχανιασμένος.

- Παλιέ μου φίλε ξεκουράσου
σιγὰ-σιγὰ θὰ συνηθίσεις·
θ᾿ ἀνηφορίσουμε μαζὶ
στὰ γνώριμά σου μονοπάτια
θὰ ξαποστάσουμε μαζὶ
κάτω ἀπ᾿ τὸ θόλο τῶν πλατάνων
σιγὰ-σιγὰ θὰ ῾ρθοῦν κοντά σου
τὸ περιβόλι κι οἱ πλαγιές σου.

- Γυρεύω τὸ παλιό μου σπίτι
μὲ τ᾿ ἀψηλὰ τὰ παραθύρια
σκοτεινιασμένα ἀπ᾿ τὸν κισσὸ
γυρεύω τὴν ἀρχαία κολόνα
ποὺ κοίταζε ὁ θαλασσινός.
Πῶς θὲς νὰ μπῶ σ᾿ αὐτὴ τὴ στάνη;
οἱ στέγες μου ἔρχουνται ὡς τοὺς ὤμους
κι ὅσο μακριὰ καὶ νὰ κοιτάξω
βλέπω γονατιστοὺς ἀνθρώπους
λὲς κάνουνε τὴν προσευχή τους.

- Παλιέ μου φίλε δὲ μ᾿ ἀκοῦς;
σιγὰ-σιγὰ θὰ συνηθίσεις
τὸ σπίτι σου εἶναι αὐτὸ ποὺ βλέπεις
κι αὐτὴ τὴν πόρτα θὰ χτυπήσουν
σὲ λίγο οἱ φίλοι κι οἱ δικοί σου
γλυκὰ νὰ σὲ καλωσορίσουν.

- Γιατί εἶναι ἀπόμακρη ἡ φωνή σου;
σήκωσε λίγο τὸ κεφάλι
νὰ καταλάβω τί μοῦ λὲς
ὅσο μιλᾶς τ᾿ ἀνάστημά σου
ὁλοένα πάει καὶ λιγοστεύει
λὲς καὶ βυθίζεσαι στὸ χῶμα.

- Παλιέ μου φίλε συλλογίσου
σιγὰ-σιγὰ θὰ συνηθίσεις
ἡ νοσταλγία σου ἔχει πλάσει
μιὰ χώρα ἀνύπαρχτη μὲ νόμους
ἔξω ἀπ᾿ τὴ γῆς κι ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους.

- Πιὰ δὲν ἀκούω τσιμουδιὰ
βούλιαξε κι ὁ στερνός μου φίλος
παράξενο πὼς χαμηλώνουν
ὅλα τριγύρω κάθε τόσο
ἐδῶ διαβαίνουν καὶ θερίζουν
χιλιάδες ἅρματα δρεπανηφόρα.

Γ. ΣΕΦΕΡΗΣ    Ἀθήνα, ἄνοιξη ῾38

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2015

Το βάθρο















Την κοίταξε στα μάτια
και βούρκωσε:
« Σε λατρεύω », της είπε.
Κι αυτή ελαμψε.
Μετά της έφτιαξε
ένα βάθρο
από ελεφαντοστό.
Με φύλλα χρυσού
στα ωραία της πόδια
τα λευκά σαν πορσελάνη.
Και την έβαλε να ζει εκεί πάνω
ψηλά
μόνη κι έρημη
κι αυτή μαράζωνε
μα δεν άλλαζε στάση
δεν έχανε την πόζα της
την άψογη
μόνο την ψυχή της έχανε.
Στη νέα σελήνη
της άναβε στα πόδια
θυμιάματα
και θυσίαζε μικρά παραδείσια πτηνά
με προσευχές και ψαλμούς
Απαράμιλλους.

Πέρασαν τα χρόνια.

Μια Δευτέρα
ένα δάκρυ κύλησε
απ’ το άγαλμα της
τρεμόπαιξαν τα χείλη.
« μα είχες πει με λάτρευες », του είπε
« αλήθεια είναι » , απάντησε αυτός.

» Σε λατρεύω δεν σημαίνει σ’ αγαπώ
σημαίνει σε φοβάμαι και σε ακινητοποιώ ».

Μ. Μαργαρίτη

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

Από τη ζωή μου μακριά















Πάρτε με φίλοι, φίλοι μου 
από τη ζωή μου μακριά
ολομόναχη δεν σας ακούω πια 
ξένους σας βλέπω
αλλού από μένα 
χωρίς εμένα χαρούμενοι 
χωρίς εμένα λυπημένοι
πάρτε με φίλοι, φίλοι μου 
από τη ζωή μου μακριά.
                Ρ.Κ.